Μυρμιδόνων

Μυρμιδόνων
Μυρμιδόνες
masc gen pl
Μυρμιδών
masc gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • Μυρμιδόνες — Αρχαίος λαός της Θεσσαλίας με κέντρο τη Φθία, ο οποίος ακολούθησε τον Αχιλλέα στην Τρωική εκστρατεία. Μια μεταγενέστερη αιγινητική παράδοση αναφέρει ότι οι Μ. κατάγονταν από την Αίγινα και ότι ήταν απόγονοι του Πηλέα, γιου του βασιλιά του νησιού… …   Dictionary of Greek

  • Φθία — Αρχαία πόλη των Μυρμηδόνων, πατρίδα του Αχιλλέα. Η ακριβής θέση της συμπίπτει με εκείνη των σημερινών Φαρσάλων. Στη Φ. λατρευόταν η Θέτιδα και ο παιδαγωγός του Αχιλλέα Χείρων. * * * η, ΝΑ, και ιων. και επικ. τ. Φθίη Α (στην περιοχή τής Θεσσαλίας) …   Dictionary of Greek

  • εύδωρος — I Μυθολογικό πρόσωπο. Γιος του Ερμή και της Πολυμήλης. Ήταν ένας από τους πέντε αρχηγούς των Μυρμιδόνων στον Τρωικό πόλεμο. Σκοτώθηκε από τον Πύραιχμο. II (1ος αι. π.Χ.). Αλεξανδρινός φιλόσοφος. Προσπάθησε να καταρτίσει ενιαίο φιλοσοφικό σύστημα… …   Dictionary of Greek

  • φως — Ημερήσια ελληνική εφημερίδα του Καΐρου, που ιδρύθηκε το 1903 και εκδίδεται μέχρι σήμερα. Ιδρυτής και πρώτος διευθυντής ο Στ. Ευσταθιάδης. Με τον ίδιο τίτλο κυκλοφόρησε εβδομαδιαία εφημερίδα στο Αγρίνιο (1927 35) με ιδρυτή τον Μ. Τζάνη. * * * ωτός …   Dictionary of Greek

  • Αλκιμέδων — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Ήρωας της Αρκαδίας. Η κόρη του Φιαλώ –σύμφωνα με άλλη εκδοχή Φιλλώ– συνδέθηκε με τον Ηρακλή από τον οποίο απέκτησε και ένα παιδί. O Α. απομόνωσε τη μητέρα και το παιδί σε ένα άγονο βουνό, για να πεθάνουν από ασιτία …   Dictionary of Greek

  • Αχιλλέας — I Μυθολογικός ήρωας του Τρωικού πολέμου, που έμεινε αθάνατος χάρη στην ομηρική ποίηση. Γιος του βασιλιά της θεσσαλικής Φθίας Πηλέα και της Νηρηίδας Θέτιδας, λατρευόταν σε πολλούς τόπους της αρχαίας Ελλάδας. Τη λατρεία αυτή μερικοί την αποδίδουν… …   Dictionary of Greek

  • Αχιλληίς ή διήγησις περί του Αχιλλέως — Τίτλος ποιήματος, που ανήκει στην ενότητα της ακριτικής μας ποίησης ή της ποίησης πριν από την Άλωση. Σώζεται σε τρεις παραλλαγές, γραμμένες σε δεκαπεντασύλλαβους ανομοιοκατάληκτους στίχους, σε γλώσσα μεικτή, από δημοτικούς στίχους και αρχαϊκά… …   Dictionary of Greek

  • Εχεκλής — I Μυθολογικό πρόσωπο. Αρχηγός των Μυρμιδόνων. Ήταν γιος του Άκτορα. Παντρεύτηκε την όμορφη Πολυμήλη, θυγατέρα του Φύλαντα. II (μέσα 3ου αι. π.Χ.). Κυνικός φιλόσοφος από την Έφεσο, μαθητής του Κλεομένους του Θεόμβροτου και δάσκαλος του Μενεδήμου.… …   Dictionary of Greek

  • Πείσανδρος — Όνομα μυθολογικών και ιστορικών προσώπων. 1. Αθηναίος δημαγωγός, που το 411 π.Χ. πρωτοστάτησε στη μεταβολή του πολιτεύματος στην Αθήνα. Ζητούσε να γίνει μία βουλή Τετρακοσίων, αλλά η μεταρρύθμιση αυτή δεν κράτησε παρά λίγους μήνες μόνο, και ο Π.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”